Η ΕΣΗΕΑ καταγγέλλει την κλήση σε απολογία δημοσιογράφων κατά της διαφθοράς

Η Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) καταδίκασε την κλήση σε απολογία δύο ερευνητών δημοσιογράφων, λέγοντας ότι έχουν στοχοποιηθεί για την υπόθεση δωροδοκίας που αφορά την ελβετική φαρμακευτική εταιρεία Novartis.

Η τηλεοπτική δημοσιογράφος Γιάννα Παπαδάκου και ο Κώστας Βαξεβάνης, εκδότης του Documento – ο οποίος το 2012 αθωώθηκε για τη δημοσίευση περισσότερων από 2.000 ονομάτων Ελλήνων με μυστικούς τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελβετία – είναι οι δύο δημοσιογράφοι που έχουν κληθεί σε απολογία.

Ο Βαξεβάνης κατηγορείται για τέσσερα αδικήματα με βάση δικογραφία, που σύμφωνα με την εφημερίδα Καθημερινή, σχηματίστηκε μετά από μήνες έρευνας για τις συνθήκες που είχαν ως αποτέλεσμα να κατηγορηθούν δέκα πολιτικοί στην υπόθεση Novartis, από τους οποίους εννέα απαλλάχτηκαν από τις κατηγορίες των δύο μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος.

Η Παπαδάκου έχει επίσης καλύψει άρθρα για πλούσιους που φέρεται να φοροδιαφεύγουν, κάτι σύνηθες στην Ελλάδα, όπου μπορεί να χρειαστεί μια δεκαετία ή περισσότερο για να κατορθώσουν οι φορολογικές αρχές να παραπέμψουν υποθέσεις για φοροδιαφυγή, και οι διώξεις είναι σπάνιες.

«Η ΕΣΗΕΑ εκφράζει την συμπαράστασή της στη Γιάννα Παπαδάκου και τονίζει ότι δεν μπορεί να εγκαλείται το ρεπορτάζ και η ερευνητική δημοσιογραφία, που αποτελούν συστατικά στοιχεία της ελευθερίας της ενημέρωσης, η οποία προστατεύεται από το Σύνταγμα», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η ΕΣΗΕΑ.

Η Παπαδάκου είπε στο Δίκτυο Έρευνας Διαφθοράς και Οργανωμένου Εγκλήματος (OCCRP) ότι κλήθηκε να καταθέσει για ρεπορτάζ της για την υπόθεση Novartis και τους ισχυρισμούς ενός Ελληνο-Ισραηλινού επιχειρηματία ότι η ίδια και άλλα άτομα προσπάθησαν να του αποσπάσουν χρήματα.

Η Novartis συμφώνησε το 2020 να πληρώσει 347 εκατομμύρια δολάρια ως μέρος διακανονισμού με το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για παραβιάσεις του Νόμου περί Διαφθοράς στο Εξωτερικό. Στο πλαίσιο του διακανονισμού, η Novartis αναγνώρισε ότι έκανε παράνομες πληρωμές σε Ελληνικούς φορείς υγειονομικής περίθαλψης και αξιωματούχους, σε αντίθεση με προηγούμενες διαψεύσεις.

Η εισαγγελέας Ελένη Τουλουπάκη, η οποία διερευνούσε τη Novartis, απομακρύνθηκε από την υπόθεση αφού κατηγορήθηκε για υπερβάλλοντα ζήλο και δεν μπόρεσε να αποδείξει τις κατηγορίες των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος που είπαν ότι άκουσαν τους πολιτικούς να συζητούν για δωροδοκίες.

Η Τουλουπάκη είπε τότε στο OCCRP ότι διώκεται πολιτικά για συνέχιση της έρευνας, ενώ η Παπαδάκου είπε ότι ο πραγματικός λόγος για τις κατηγορίες εναντίον της είναι το ρεπορτάζ της για άτομα που θεωρούνται ύποπτα για απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων από την εφορία.

«Με στοχοποιούν επειδή έκανα ρεπορτάζ για άτομα της Λίστας Λαγκάρντ και επειδή ήμουν μάρτυρας στην κοινοβουλευτική έρευνα», είπε, αναφερόμενη στην ίδια λίστα που δημοσίευσε ο Βαξεβάνης, η οποία δεν οδήγησε σε μεγάλες διώξεις.

Η λίστα πήρε το όνομά της από την πρώην υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας Κριστίν Λαγκάρντ –τώρα επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας– που την παρέδωσε στις ελληνικές αρχές όταν η Ελλάδα αντιμετώπιζε οικονομική κρίση που τελικά χρειάστηκε τρία διεθνή προγράμματα διάσωσης ύψους 326 δισεκατομμυρίων ευρώ (373 δισεκατομμύρια δολάρια) για την αντιμετωπίσει.

Σε άρθρο της τον Δεκέμβριο του 2012, η Παπαδάκου είπε ότι ένα από τα ονόματα στη λίστα ήταν υπαλλήλου εταιρείας που ανήκει στον ίδιο Ελληνο-Ισραηλινό επιχειρηματία που την κατήγγειλε.

Η Παπαδάκου είπε ότι η εν εξελίξει διαδικασία εναντίον της είναι «άκυρη» και κατήγγειλε ότι η ελληνική δικαιοσύνη παραβίασε τις διαδικασίες. Κατέθεσε μήνυση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο το 2021 έκρινε την υπόθεσή της παραδεκτή.

Η κλήτευση των δημοσιογράφων είναι επακόλουθο διερευνητικής αποστολής του συνασπισμού για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης που εξέτασε έναν νέο νόμο για τη δημοσίευση ψεύτικων ειδήσεων για τον COVID-19 που θα μπορούσε να φυλακίσει δημοσιογράφους, και τη δολοφονία του ερευνητή δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, ο οποίος έγραφε για τη διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα.

Previous
Previous

Η Έκθεση Zondo επισημαίνει τον ρόλο των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος στην αποκάλυψη διαφθοράς στη Νότια Αφρική

Next
Next

Η απόφαση για τον Assange δείχνει ότι η έκδοση ενέχει άμεσο κίνδυνο για whistleblowers και δημοσιογράφους