Έφοδος της Αυστραλιανής Αστυνομίας στο σπίτι αξιωματούχου υπηρεσιών πληροφοριών εκλαμβάνεται ως εκφοβισμός δημοσιογράφων
Μετά τη δήλωση του υπουργού Εσωτερικών Peter Dutton ότι η Αυστραλιανή Ομοσπονδιακή Αστυνομία (AFP) θα πρέπει να αποφεύγει εφόδους και έρευνες δημοσιογράφων στους οποίους έχουν διαρρεύσει απόρρητα μυστικά του κράτους, έγινε έρευνα στο σπίτι του αξιωματούχου υπηρεσίας πληροφοριών Camber Gill στην Καμπέρα, με στέλεχος των ΜΜΕ να το αποκαλεί άλλη μια προσπάθεια εκφοβισμού των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος και των πηγών των δημοσιογράφων.
Ο Gill είναι αποσπασμένος στην Αυστραλιανή Διεύθυνση Σήμανσης (ASD), την κυβερνητική υπηρεσία που είναι υπεύθυνη για πληροφορίες ξένων σημάτων, τη στήριξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων, τον κυβερνοεπιχειρησιακό πόλεμο και την ασφάλεια των πληροφοριών, και είναι σύζυγος της πρέσβεως της Αυστραλίας στο Ιράκ, Joanne Loundes.
Η έφοδος στο σπίτι του Gill έγινε τρεις μήνες μετά την σαρωτική έφοδο στο σπίτι της δημοσιογράφου της News Corp., Annika Smethurst, και στα κεντρικά γραφεία του Australian Broadcasting Corp. στο Σίδνεϊ σε δύο συνεχείς ημέρες, πυροδοτώντας οργή και κριτικές κατά της κυβέρνησης που προσπαθεί να φιμώσει τους δημοσιογράφους.
Η αστυνομία αναζητούσε την πηγή της αναφοράς της Smethurst του 2018, σύμφωνα με την οποία οι προϊστάμενοι των υπουργείων Άμυνας και Εσωτερικών έδιναν στην ASD νέα νομική εξουσία για να κατασκοπεύουν τους Αυστραλούς, ανέφερε το Associated Press.
Δεν ειπώθηκε τι αναζητούσε η AFP στο σπίτι του Gill ή αν είχε σχέση με την έφοδο στο σπίτι της Smethurst, επίσης στην πρωτεύουσα της Καμπέρα, ή εάν υπήρχαν υποψίες ότι ο Gill ήταν πηγή κάποιων από αυτά τα άρθρα.
Το στέλεχος του News Corp. Australia Group, Campbell Reid, δήλωσε ότι η εισβολή στο σπίτι του Gill και η έφοδος στης Smethurst εντείνουν την επίθεση εναντίον των δημοσιογράφων, παρά το γεγονός ότι ο Dutton δήλωσε ότι θέλει η AFP να αλλάξει διαδικασίες και να “λάβει υπόψη τη σημασία ενός ελεύθερου και ανοικτού Τύπου στη δημοκρατική κοινωνία της Αυστραλίας “πριν την έκδοση των ενταλμάτων έρευνας, ανέφερε η εφημερίδα The Age εκείνη την περίοδο.
“Πάντα λέγαμε ότι οι έφοδοι της AFP στους δημοσιογράφους δεν είχαν σκοπό να εκφοβίσουν τους δημοσιογράφους, αλλά εκείνους που έχουν το θάρρος να μιλήσουν στους δημοσιογράφους,” δήλωσε ο Reid. “Σήμερα βλέπουμε ότι η διαδικασία εκφοβισμού συνεχίζεται.”
Ενώ οι άλλες έφοδοι είχαν στόχο δημοσιογράφο και τον εθνικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα, επιφέροντας συνεχιζόμενη οργή εναντίον της κυβέρνησης και της αστυνομίας, η στοχοποίηση του Gill ενέτεινε την πολιορκία των δημοσιογράφων και ενώσεων μέσων μαζικής ενημέρωσης επειδή δημοσίευσαν το σχέδιο κατασκοπείας των πολιτών και το γεγονός ότι αυστραλιανά στρατεύματα σκότωσαν αμάχους και παιδιά στο Αφγανιστάν σε πιθανά εγκλήματα πολέμου.
Το News Corp. και ABC προχώρησαν σε μηνύσεις για τα εντάλματα που εκδόθηκαν τον Ιούνιο που η AFP χρησιμοποίησε για κατάσχεση των αρχείων στο σταθμό αναζητώντας τις πηγές των διαβαθμισμένων πληροφοριών που οδήγησαν στο άρθρο αποκάλυψη-βόμβα.
Τα Αυστραλιανά ΜΜΕ και δημοσιογραφικές ομάδες έχουν καταγγείλει τις εφόδους, απαιτώντας να εξαιρεθούν από τους νόμους εθνικής ασφάλειας που έχουν ψηφιστεί τα τελευταία επτά χρόνια, σύμφωνα με τους οποίους σε διαφορετική περίπτωση θα κατέληγαν φυλακή για τα άρθρα τους εάν είχαν σχέση με κυβερνητικά μυστικά.
Μετά από κριτική, η κυβέρνηση ζήτησε από κοινοβουλευτική επιτροπή να διεξαγάγει έρευνα για την επίδραση που έχουν οι αυστραλιανές δυνάμεις επιβολής του νόμου και οι υπηρεσίες πληροφοριών στην ελευθερία του Τύπου.
Η οδηγία του Dutton εφαρμόζεται στις έρευνες όπου η αστυνομία ενδέχεται να προσπαθεί να διώξει κυβερνητικούς αξιωματούχους που έχουν διαρρεύσει μυστικές πληροφορίες. Η διανομή διαβαθμισμένων πληροφοριών μπορεί να αποτελεί έγκλημα, όπως η αποδοχή και η δημοσίευσή τους.